- ἀληθότης
- ἀληθ-ότης, ητος, ἡ,
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
αληθότης — ἀληθότης, η (Α) [ἀληθής] η αλήθεια, το σωστό … Dictionary of Greek
ἀληθότητα — ἀληθότης fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀληθότητι — ἀληθότης fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀληθότητος — ἀληθότης fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)